Διακρίσεις συγχωριανών μας

2024-12-28

Α΄ Βραβείο Ολοκληρωμένου 'Εργου για Ποίηση, απονεμήθηκε στο συγχωριανό μας Χρήστο Ν. Καραγκούνη, από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών, για το έργο του "Σταράτα Λόγια", που διακρίθηκε στον Πανελλήνιο και Παγκύπριο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό.

Του αξίζουν ιδιαίτερα συγχαρητήρια για τη διακρισή του αυτή, η οποία, σημειωτέο, δεν είναι η πρώτη, καθώς έχει προηγηθεί Βραβείο Ολοκληρωμένου 'Εργου και για τα ποιήματά του, με τίτλο "Η ζωή μου όλη, ένα τσιγάρο δρόμος". Ενδεικτικά, δημοσιεύουμε 5 απ' τα πολλά ποιήματα που έχει γράψει..

 

ΔΕΝ ΔΕΧΟΜΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΣΒΟΛΗ

Δεν δέχομαι την προσβολή, ποτέ κι από κανένα

θα σεβαστώ όποιος μπορεί, να σεβαστεί κι εμένα

Στα μάτια όσους κοίταξα, που είναι οι καθρέφτες

μέσα σε αυτά ξεχώρισα, αληθινούς και ψεύτες

Οι μπεσαλήδες άνθρωποι, έχουν καρδιά μεγάλη

κρατούν αξιοπρέπεια, που δεν την έχουν άλλοι

Όποιος το λόγο του κρατά και τον υποστηρίζει

για χίλιους άνδρες σίγουρα, και πιο πολύ αξίζει

Γι αυτό σας λέω φίλοι μου, την μπέσα να κρατάτε

το κύρος και την λεβεντιά, στης λάσπες μην πετάτε

Εγώ όταν φύγω δεν γυρνώ, πίσω για να κοιτάξω

την όποια πόρτα έκλεισα, με μπάρες θα τη φράξω

Κακία εγώ δεν τους κρατώ, κι ας μ' έχουν αδικήσει

χαμογελώ και αδιαφορώ, πριν το γυαλί ραγίσει

Πάντα μιλάω με τη σιωπή, δε θέλω να τους βρίζω

να μη με βλέπουν και γελούν, την ώρα που δακρύζω

Όποιος δεν ξέρει στη ζωή, αγάπη να μοιράζει

μόνο κακία και χολή, συνήθως πάντα βγάζει

Ο πληγωμένος άνθρωπος, μες τους μεγάλους πόνους

πίνει, χορεύει και γλεντά και κλαίει ταυτοχρόνως

Αν βρει η σφαίρα τον αετό, κι αν θα τον τραυματίσει

ευλαβικά θα κατεβεί, στη γη να γονατίσει

===========================================

ΤΡΙΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ

Τρία πουλάκια κάθονταν, στ΄ Αι Γιώργη τη πλατεία

το ένα κοιτάει το Αι-Λιά και τ΄ άλλο την Αγία

Το τρίτο το μικρότερο, τριγύρω του κοιτάζει

βλέπει τον κόσμο λιγοστό, και βαριαναστενάζει

Κι ένα τεράστιο πουλί, στα μαύρα ήταν ντυμένο

Απέναντί τους σταματά, με ράμφος ματωμένο

Στην κορυφή στον πλάτανο, πήγε να ξαποστάσει

να τους μιλήσει δεν μπορεί, κουβέντα για να πιάσει

Με απορία το κοιτούν, με μάτια δακρυσμένα

στα χάλια που το έβλεπαν, τα είχαν πια χαμένα

Για πες μας το ρωτήσανε, σαν τι κακό σε βρήκε

και φόρεσες τα μαύρα σου, λες και σε παν σε δίκη

Τι να σας πω πουλάκια μου, δε ξέρω πως ν' αρχίσω

αν θα τα πάρω απ' την αρχή, δάκρυ πολύ θα χύσω

Έχουν ρημάξει τα βουνά, κοπάδια δε βοσκάνε

αρνάκια δεν υπάρχουνε, τ΄ αρπακτικά πεινάνε

Γι' αυτό και τρέχω ολημερίς, κάτι να βρω ν' αρπάξω

τροφή να πάω στα μικρά, να πάω και εγώ ν' αράξω

Οι Αετοί με κυνηγούν, το θήραμα αν τους πάρω

γιατί είναι δυνατότεροι, με βλέπουν σαν το χάρο

============================================


ΕΝΑΣ ΠΑΠΠΟΥΣ

Ένας παππούς καθόντανε, στη ρούγα του απέξω

επάνω στο πεζούλι της, κι έπρεπε να χουγιάξω

Γιατί δεν μ΄ άκουγε καλά, εγώ όταν του μιλούσα

βάζει το χέρι του στ΄ αυτί, ν' ακούσει τι ρωτούσα

Δίπλα του είχε τον καφέ, πιο εκεί την ταμπακέρα

με τον λαθραίο τον καπνό, που έστριβε όλη ημέρα

Κρατούσε τον πριόβουλο, μαζί με το στουρνάρι

την ίσκα για φιτίλι του, να την χτυπάει ν' ανάβει

Το πρόσωπο του αχαμνό, γεμάτο από ρυτίδες

το έσκαψαν τα βάσανα, του πόνου οι καταιγίδες

Τα χέρια του τρεμάμενα, σχεδόν σκελετωμένα

τα δάχτυλα απ΄ τις δουλειές, στραβά κι ροζιασμένα

Το κομπολόι κράταγε, αργά βαριά χτυπούσε

κεχριμπαρένιο ήτανε, τις ώρες του περνούσε

Συλλογισμένος κάθονταν, κουνώντας το κεφάλι

αυτά που τράβηξα εγώ, μη τα τραβήξουν άλλοι

Θυμόνταν όλα τα παλιά, τα δύσκολα του χρόνια

την πείνα και την κατοχή, που ζούσε μες τα χιόνια

Μια συμβουλή μου έδωσε, να ακούσουν τα εγγόνια

οι άνθρωποι στα γερατειά, θέλουν κι αυτοί συμπόνια

===========================================


ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΠΑ-ΘΩΜΑ

Έφυγε ο Παπά- Θωμάς, μας άφησε χρονάκια

σαν πρότυπο τον είχαμε, από μικρά παιδάκια

Ήτανε λυγερόκορμος, ψηλός και ανδρειωμένος

στα όμορφα Θοδώριανα, εκεί ήταν γεννημένος

Είχε το μάτι του Αετού, του Ελαφιού το πόδι,

τη δύναμη του Λιονταριού, καρδιά σαν περιβόλι

Έβρισκε τρόπο σαν Παπάς, κοντά του να μας φέρει

σε κάθε δύσκολη στιγμή, μας άπλωνε το χέρι

Στην ξακουστή Νεράιδα μας, για χρόνια ιερουργούσε

στον άμβωνα όταν έβγαινε, θαρρείς πως κελαηδούσε

Μπροστάρης ήταν στο χορό, πάντα στο καγκελάρι

στα πανηγύρια του χωριού, και το είχε για καμάρι

Ποτέ δε συλλογίστηκε, το τι θα πει ο Δεσπότης

έκανε αυτό που νόμιζε, σαν γνήσιος πατριώτης

Πάντοτε ήταν γελαστός, γι' αυτό δεν τον ξεχνάμε

συχνά μας έρχεται στον νου, κι εμείς τον αγαπάμε

Οι συγγενείς κι οι φίλοι του, του έκαναν τη χάρη

με τα κλαρίνα συντροφιά, τη στράτα του να πάρει

Να' ναι το χώμα ελαφρύ, Παπά- Θωμά λεβέντη

εκεί ψηλά που κατοικείς, μη σταματάς το γλέντι !

==========================================


ΟΡΟΣ ΑΠΑΡΑΒΑΤΟΣ

Τα παιδιά να μεγαλώσουν, εξαρτάται απ' τους γονείς

τι παιδεία θα τους δώσουν κι αν θα είναι ειλικρινείς

Οι παππούδες τα εγγόνια, απ' το χέρι τα κρατούν

είναι δυο φορές παιδιά τους, και τρελά τα αγαπούν

Ο Μύλος θέλει μυλωνά, τα πρόβατα τσομπάνο

την κάπα νάχει διαρκώς στην πλάτη του επάνω

Οι Αετοί θέλουν βουνά, φωλιές να παν να κτίσουν

πάνω στα κακοτράχαλα, και ανέμελα να ζήσουν

Τα δέντρα θέλουν κλαδευτή, να ξέρει να κλαδεύει

καρπούς για να μας δώσουνε, το μόνο αυτό γυρεύει

Το λουλούδι όταν θ΄ ανθίσει, έχει άρωμα πολύ

αν το κόψεις να το ξέρεις, γρήγορα θα μαραθεί

Δυο καρπούζια στο ένα χέρι, δεν μπορείς να τα κρατάς

αν σου πέσουν απ' το χέρι, ούτε φλούδα δεν θα φας

Τα κονάκια θέλουν Βλάχους, μέσα εκεί να κατοικούν

στα ψηλά βουνά να ζούνε, για να μην τους ενοχλούν

Στο φεγγάρι και στον ήλιο, δε μπορείς για να κρυφτείς

την ημέρα η τη νύχτα, πάντα εμπρός σου θα τα βρεις

Γι' αυτό σας λέω φίλοί μου, δεν χρειάζεται καυγάς

η θα είσαι ο ζευγολάτης, η θα είσαι ένας παππάς.